Τρελοποδόσφαιρο


Οι «αράχνες» και τα δέκα τους Κύπελλα! by stokegeo
25/09/2022, 09:11
Filed under: Ομάδες

Η Σέλτικ είναι η ομάδα που έχει στο παλμαρέ της τα περισσότερα Κύπελλα Σκοτίας από κάθε άλλη, 40 τον αριθμό, ενώ κέρδισε για τελευταία φορά το τρόπαιο το 2020.

Δεύτερη στη σχετική λίστα, με 34 επιτυχίες, είναι η «αιώνια» αντίπαλος των «Καθολικών», η Ρέιντζερς, η οποία πήρε το έπαθλο για τελευταία φορά φέτος, το 2022.

Τρίτη στην κατάταξη είναι, με 10 κατακτήσεις, η Κουίνς Παρκ, η οποία, όμως, πανηγύρισε για τελευταία φορά το Κύπελλο… το 1893, ενώ έπαιξε για τελευταία φορά στον τελικό του το 1900!

Η ομάδα της Γλασκώβης είναι η αρχαιότερη ολόκληρης της Σκοτίας, με έτος ίδρυσης το 1867. Στα πρώτα χρόνια της ύπαρξής της, δε, ήταν πολύ δυνατή – τόσο δυνατή, ώστε στο πρώτο διεθνές ποδοσφαιρικό παιχνίδι στα χρονικά, αυτό μεταξύ Σκοτίας και Αγγλίας που έγινε στις 30/11/1872, η σκοτσέζικη ενδεκάδα απαρτιζόταν αποκλειστικά και μόνο από παίκτες της Κουίνς Παρκ!

Επίσης, η Κουίνς Παρκ ήταν από τα ιδρυτικά μέλη της ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας της χώρας, το 1873, ενώ την ίδια χρονιά κέρδισε και το πρώτο Κύπελλο Σκοτίας που διοργανώθηκε ποτέ.

Με το φοβερό σύνολο που είχαν τότε οι «αράχνες» πρώτευσαν και στα δύο επόμενα τουρνουά (1875, 1876). Στην συνέχεια η Βέιλ οφ Λέβεν τους πήρε τα σκήπτρα και κατέκτησε τις επόμενες έξι διοργανώσεις. Ωστόσο, τη δεκαετία του 1880 επανήλθαν… δριμύτερες και έκαναν δικά τους τα Κύπελλα Σκοτίας των χρόνων 1880, 1881, 1882, 1884, 1886 και 1890.

Φθάνουμε, λοιπόν, στη χρονιά 1892/93. Η Κουίνς Παρκ, ούσα η κάτοχος του τίτλου και πολύ ισχυρή, συντρίβει διαδοχικά τις Κάουλερς (5-2, εκτός, Α’ γύρος), Κιλμάρνοκ (8-0, εκτός, Β’ γύρος), Χαρτς (1-1 εκτός, 5-2 εντός στη ρεβάνς, ημιτελικά) και Μπρόξμπερν Σάμροκ (4-2, εντός, ημιτελικά) και περνά στον τελικό, όπου σήκωσε την δέκατη «κούπα» της λυγίζοντας την Σέλτικ με 2-1 σε επαναληπτικό στο «Άιμπροξ» (σ.σ. στο πρώτο ματς οι «Καθολικοί» είχαν νικήσει με 1-0, αλλά το αποτέλεσμα ακυρώθηκε λόγω κακών αγωνιστικών συνθηκών).

Έκτοτε, όπως είπαμε και παραπάνω, η Κουίνς Παρκ ξαναπήγε μόνο μία φορά σε τελικό Κυπέλλου, το 1900, γνωρίζοντας την ήττα με 3-4 από τη Σέλτικ. Από τότε μέχρι σήμερα, «ξηρασία»!

Μεγάλο, ή, μάλλον, τον μεγαλύτερο, ρόλο σε αυτό έπαιξε το γεγονός ότι ο ιστορικός σύλλογος της Γλασκώβης, στα πρώτα 152 χρόνια της ζωής του, δηλαδή μέχρι και το 2019, ήταν πλήρως ερασιτεχνικός και όχι επαγγελματικός. Αυτή του η ιδιαιτερότητα αποτυπωνόταν και στο motto του, το οποίο εξακολουθεί να υπάρχει στο σήμα του: «Ludere causa ludendi», που σημαίνει «Να παίζεις για την χαρά του παιχνιδιού»! Για πολλά χρόνια, το κλαμπ ήταν το μόνο ερασιτεχνικό που συμμετείχε στις, επαγγελματικές, λίγκες της Σκοτίας. Δεν είναι εύκολο να πάρεις τον οποιονδήποτε τίτλο, όταν όλοι οι υπόλοιποι είναι φουλ επαγγελματίες κι εσύ ερασιτέχνης…

Έστω κι έτσι, όμως, τόσα και τόσα χρόνια μετά το όνομα της Κουίνς Παρκ βρίσκεται ακόμη εκεί, σταθερά, στην τρίτη θέση του πίνακα με τις περισσότερες κατακτήσεις του Κυπέλλου Σκοτίας, χάρη στην εκπληκτική επίδοση που έκανε στα τέλη του 19ου αιώνα η πανίσχυρη ομάδα που τότε διέθετε και η οποία απολάμβανε, εκτός από το παιχνίδι και τίτλους!

Η ίδια εκείνη σπουδαία ομάδα, πρέπει να ειπωθεί, είναι και η μοναδική σκοτσέζικη που έχει λάβει μέρος στον τελικό του Κυπέλλου Αγγλίας, κάτι που κατάφερε δύο σερί χρονιές, το 1884 και το 1885, χάνοντας σε αμφότερες τις περιπτώσεις το τρόπαιο από την Μπλάκμπερν (με 1-2 και 0-2 αντίστοιχα).



Ο Μαροκινός θρύλος, Μουσταφά Χατζί! by stokegeo
18/09/2022, 06:05
Filed under: Παίκτες

Υπήρξε κάποτε ένας παίκτης από το Μαρόκο που «τρέλανε» με το ταλέντο του τον ποδοσφαιρικό πλανήτη, ενώ μέχρι σήμερα θεωρείται ένας από τους κορυφαίους άσους που ανέδειξε η χώρα του. Μιλάμε για τον Μουσταφά Χατζί!

Ο Μουσταφά Χατζί γεννήθηκε στο Μαρόκο στις 16 Νοεμβρίου του 1971, αλλά σε ηλικία δέκα ετών μετανάστευσε μαζί με την οικογένειά του στην Γαλλία. Εκεί έκανε τα πρώτα του ποδοσφαιρικά βήματα και στα 19 του χρόνια υπέγραψε το πρώτο του επαγγελματικό συμβόλαιο με την Νανσί. Στη γαλλική ομάδα παρέμεινε για πέντε χρόνια, παίζοντας ως επιθετικός μέσος σε 134 αγώνες και σημειώνοντας 31 τέρματα.

Οι εμφανίσεις του με τα χρώματα της Νανσί τράβηξαν την προσοχή των εκλεκτόρων των «μικρών» ομάδων της Εθνικής Γαλλίας, που προσπάθησαν να τον πείσουν να αγωνιστεί με τα χρώματα των «τρικολόρ», όμως εκείνος αρνήθηκε προτιμώντας να εκπροσωπήσει την χώρα όπου γεννήθηκε. Έτσι, συμμετείχε στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1994 με το Μαρόκο, που όμως δεν τα πήγε καθόλου καλά και αποκλείστηκε με τρεις ήττες (ο ίδιος αγωνίστηκε σε όλα τα ματς, στο ένα ως βασικός και στα άλλα ως αλλαγή).

O Μουσταφά Χατζί με τη φανέλα της Εθνικής Μαρόκου

Το 1996 ήρθε η πρώτη του μεγάλη μεταγραφή, στην Σπόρτινγκ Λισαβόνας. «Εκεί έμαθα τι είναι πραγματικό ποδόσφαιρο», έλεγε αργότερα και πρόσθετε: «Ήμουν συνηθισμένος να παίζω μπροστά σε περίπου 5.000 θεατές. Εκεί παίζαμε μπροστά σε 60.000 θεατές, και στις προπονήσεις είχαμε 3.000 – 4.000 θεατές. Ήταν μια μεγάλη περιπέτεια». Μια περιπέτεια που τελείωσε σύντομα, αν και είχε μια «γεμάτη» χρονιά στην Πορτογαλία, με 3 γκολ σε 27 συμμετοχές.

Επόμενος «σταθμός» της καριέρας του ήταν η ισπανική Ντεπορτίβο Λα Κορούνια, όπου είχε την τύχη να συνεργαστεί με παίκτες όπως ο Μπεμπέτο και ο Μάουρο Σίλβα. Στην Ισπανία έμεινε για δύο χρόνια, παίζοντας σε 31 παιχνίδια και σημειώνοντας 2 γκολ.

Το καλοκαίρι του 1998, όσοι δεν είχαν μάθει ακόμα τον Μουσταφά Χατζί, τον έμαθαν. Ο Μαροκινός χαφ αγωνίστηκε με την Εθνική ομάδα της χώρας του στο Μουντιάλ της Γαλλίας, αφήνοντας άναυδους τους πάντες με την εμφάνισή του κόντρα στην Νορβηγία, όπου άνοιξε το σκορ με ένα πολύ όμορφο γκολ. Αυτό το γκολ τον έκανε διάσημο και αποτέλεσε το «εισιτήριό» του για τον μαγικό κόσμο της Πρέμιερ Λιγκ, έστω κι αν το Μαρόκο δεν κατάφερε ούτε αυτήν την φορά να περάσει στον δεύτερο γύρο του Μουντιάλ. Μάλιστα, ο Χατζί αναδείχθηκε καλύτερος Αφρικανός Ποδοσφαιριστής για το 1998, κυρίως χάρη στις εμφανίσεις του στο Παγκόσμιο Κύπελλο.

Το 1999, μετά από δύο χρόνια στην Ισπανία, πήρε μεταγραφή για την αγγλική Κόβεντρι, όπου έγινε ιδιαίτερα αγαπητός στους οπαδούς της ομάδας. Για χάρη του Χατζί, αλλά και του συμπατριώτη του, Γιουσέφ Τσίπο, που επίσης αγωνιζόταν στην Κόβεντρι, οι φίλοι της ομάδας για ένα διάστημα είχαν κάνει μόδα στο γήπεδο το φεζ, το παραδοσιακό μαροκινό καπέλο!

Μετά από δύο «γεμάτες» σεζόν, με 13 τέρματα σε 62 αγώνες, ο Χατζί άφησε την Κόβεντρι το καλοκαίρι του 2001, αμέσως μετά τον υποβιβασμό της από την Πρέμιερ Λιγκ και πήγε στην Άστον Βίλα, σε βάρος της οποίας είχε πετύχει τρία γκολ την προηγούμενη χρονιά. Με τους «χωριάτες», όμως, δεν τα πήγε και τόσο καλά. Στα δυόμισι χρόνια που έμεινε εκεί, έπαιξε σε 35 αγώνες, πετυχαίνοντας 2 γκολ. Τον Ιανουάριο του 2004 έμεινε ελεύθερος και πήρε μεταγραφή για την Εσπανιόλ, όπου ήταν βασικός μέχρι το τέλος της χρονιάς.

Το καλοκαίρι του 2004, στα 33 του πια και έχοντας μόλις ανακοινώσει ότι δεν θα αγωνιστεί ξανά με την Εθνική ομάδα της χώρας του, μετά από 63 συμμετοχές και 12 τέρματα, ο Χατζί άφησε την Ευρώπη και πήγε στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα για χάρη της Αλ Αΐν, όπως και πολλοί άλλοι ποδοσφαιριστές που θέλουν να «συμπληρώσουν ένσημα». Έμεινε εκεί για έναν χρόνο και το 2005 επέστρεψε στην Ευρώπη, για να αγωνιστεί στην γερμανική Σααρμπρίκεν, ομάδα δεύτερης κατηγορίας. Στα δύο χρόνια που έμεινε εκεί αγωνίστηκε σε 54 παιχνίδια και πέτυχε 10 γκολ.

Τελευταίος σταθμός της καριέρας του ήταν η Φόλα Ες, μια ερασιτεχνική ομάδα από το… Λουξεμβούργο! Εξηγώντας την απόφασή του να παίξει για μία τόσο μικρή ομάδα, είπε: «Υπάρχει ένα οικογενειακό κλίμα εδώ. Ο πρόεδρος είναι φίλος μου και οι άνθρωποι εδώ είναι αυθεντικοί και πολύ προσγειωμένοι. Υπάρχει μια πραγματική φιλία και μου είναι πολύ ευχάριστο να παίζω τις Κυριακές. Έτσι μεγάλωσα σε αυτό το παιχνίδι και νιώθω σαν να επέστρεψα εκεί απ’ όπου ξεκίνησα, γιατί όταν παίζεις σε κορυφαίο επίπεδο, υπάρχει μια εντελώς διαφορετική νοοτροπία». Στο Λουξεμβούργο έκλεισε την καριέρα του τον Ιούλιο του 2010, μετά από 42 συμμετοχές και 24 γκολ για την Φόλα Ες.

Ωστόσο, ο Χατζί δεν κάθισε με σταυρωμένα χέρια. Από τότε που κρέμασε τα παπούτσια του έπαιξε μπιτς σόκερ, εργάστηκε ως σχολιαστής σε τηλεοπτικά κανάλια, συμμετείχε στο κίνημα «Show Racism the Red Card» ενάντια στον ρατσισμό στο ποδόσφαιρο, ενώ έχει δουλέψει και ως βοηθός προπονητής στην Ουμ Σαλάλ των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων και στην Εθνική του Μαρόκου.

Ο Χατζί επελαύνει στο ματς Μαρόκου-Νορβηγίας του Μουντιάλ 1998 – με το Νο7 τον επιτηρεί ο Νορβηγός πρώην μέσος του Παναθηναϊκού, Έρικ Μίκλαντ!


Ξίε Γιουχίν, ο «μικρός τίγρης», ο πρώτος Κινέζος που έπαιξε στο εξωτερικό! by stokegeo
11/09/2022, 06:04
Filed under: Γεγονότα, Παίκτες

Τον Φεβρουάριο του 1987 η Τσβόλε έκανε μία μεταγραφή που ήταν τόσο ξεχωριστή, ώστε πέρασε στην ιστορία του ποδοσφαίρου.

Στα κιτάπια της ολλανδικής ομάδας μπήκε ο Κινέζος μέσος, Ξίε Γιουχίν, ο οποίος ήταν ο πρώτος ποδοσφαιριστής από την αχανή χώρα της Ασίας που θα έπαιζε στο εξωτερικό και, φυσικά, στην Ευρώπη!

Ο Ξίε Γιουχίν

Στην πόλη Ξινγκνίνγκ της επαρχίας Γκουανγκντόνγκ, στα νότια της Κίνας, είχε γεννηθεί, το 1968, ο παίκτης αυτός και είχε αρχίσει την καριέρα του από διάφορους συλλόγους της περιοχής του, ενώ παράλληλα είχε αγωνιστεί σε αρκετά κλιμάκια της κινεζικής Εθνικής ομάδας, καταφέρνοντας να ξεχωρίσει.

Για παράδειγμα, το 1987 έγινε, στα 18, ο νεότερος Κινέζος που γίνεται διεθνής και το 1988, στα 19 του, ο νεότερος που σκοράρει με την Εθνική. Ακόμα, στο Παγκόσμιο Κύπελλο Παίδων (U-16) του 1985, το οποίο είχε διοργανώσει η Κίνα, ο Ξίε Γιουχίν είχε βάλει το δικό του λιθαράκι (σκοράροντας μάλιστα και δύο γκολ) ώστε η ομάδα του να φθάσει στους «8» του τουρνουά, όπου και αποκλείστηκε από τη Δυτική Γερμανία αρκετά πιο δύσκολα απ’ ότι δείχνει το τελικό 2-4.

Σιγά σιγά, η φήμη του ξεπέρασε τα σύνορα της Κίνας και η περίπτωσή του υπέπεσε στην αντίληψη αρκετών ξένων συλλόγων. Μία από αυτές ήταν και η Τσβόλε, που τον αντιμετώπισε σε φιλικό και όχι μόνο έμεινε εντυπωσιασμένη από τις ικανότητές του αλλά τον κάλεσε κοντά της!

Ο τότε προπονητής του ολλανδικού κλαμπ, ο, πασίγνωστος και με σημαντική καριέρα στους πάγκους, Κο Αντριάανσε, «άναψε» το «πράσινο φως» και, κάπως έτσι, ο Ξίε Γιουχίν έκανε το δρομολόγιο Κίνα-Ολλανδία και εντάχθηκε στους «μπλεδάχτυλους», όπως είναι το προσωνύμιο της Τσβόλε, για να δοκιμασθεί από εκείνους για τρεις μήνες.

Ο Κο Αντριάανσε με τον Ξίε Γιουχίν

Μικρός το δέμας (1,69μ.), αλλά με τόσο σπουδαίες ικανότητες που υπερκάλυπτε αυτήν την αδυναμία, ο Ξίε Γιουχίν κατόρθωσε να δείξει την αξία του στην Ολλανδία. Αγωνιζόμενος, όπως είπαμε και παραπάνω, στη μεσαία γραμμή ήταν ευκίνητος, με δυναμισμό, μπορούσε και να κόβει και να φτιάχνει το παιχνίδι, ενώ η πολύ καλή τεχνική κατάρτιση που διέθετε τού επέτρεπε να κρατά μπάλα και να δημιουργεί ευκαιρίες με μεγάλη άνεση.

Για το ότι έκρυβε τόση δύναμη, νεύρο και πείσμα στο μικρό του σώμα, τον είπαν «μικρό τίγρη»! Επίσης, το «είχε» και το γκολ, αλλά δεν του άρεσε και να εκβιάζει προσπάθειες ώστε να σκοράρει. Ανάμεσα στα προσόντα του, τέλος, ήταν και ο επαγγελματισμός του, που τον βοήθησε γενικότερα στη σταδιοδρομία του.

Το νέο απόκτημα της Τσβόλε, λοιπόν, «έγραψε» 20 εμφανίσεις και 10 γκολ την περίοδο της δοκιμής του στα ολλανδικά γήπεδα. Οι «μπλεδάχτυλοι» κατάλαβαν ότι είχαν στα χέρια τους ένα ποδοσφαιρικό διαμάντι και έσπευσαν να επεκτείνουν την δοκιμή του. Η απόδοσή του συνέχισε να κυμαίνεται σε υψηλά επίπεδα και, τότε, οι Ολλανδοί τού προσέφεραν επισήμως διετές συμβόλαιο για να τον κρατήσουν στην δύναμή τους. Αλλά, δεν τα κατάφεραν.

Για μια σειρά από λόγους, δύο εκ των οποίων ήταν οι πολύ αυστηροί κανονισμοί της χώρας του για τις μεταγραφές ποδοσφαιριστών στο εξωτερικό και το ότι έπρεπε να προετοιμαστεί για την διοργάνωση των έβδομων Εθνικών Αγώνων (μία πολύ σημαντική διοργάνωση της Κίνας), αποφάσισε να εγκαταλείψει την προοπτική για διεθνή καριέρα και να γυρίσει στην πατρίδα του. Έτσι κι έκανε.

Από τότε και ως το 2005 που κρέμασε τα παπούτσια του, δεν άφησε την Κίνα παρά μόνο μία φορά. Έπαιξε στις κινεζικές Γκουανγκντόνγκ Γουίνεργουεϊ, Γκουανκζού Ματσουνίτσι, Σενιάνγκ Σίλαϊον, Γκουανγκντόνγκ Μινγκφένγκ, Σίντσι, Χουνάν Σοκίνγκ και στην Βα Λουέν του Μακάο και, μέχρι σήμερα, δικαίως θεωρείται ως ένας από τους πιο σημαντικούς Κινέζους παίκτες όλων των εποχών.

Εξάλλου, ενίσχυσε τακτικά την Εθνική του ξεπερνώντας μάλιστα τις 100 συμμετοχές με τη φανέλα της και πανηγυρίζοντας την 3η θέση στο Κύπελλο Ασίας του 1992 – στο εν λόγω τουρνουά, στον ημιτελικό (ήττα 2-3) με την Ιαπωνία άνοιξε το σκορ στα 32 δευτερόλεπτα και αυτό το γκολ ήταν για χρόνια το πιο γρήγορο στα χρονικά της διοργάνωσης! Επίσης, το καλοκαίρι του 1988 έπαιξε και στα τρία παιχνίδια της Εθνικής στην Ολυμπιάδα της Σεούλ και τον χειμώνα της ίδιας χρονιάς την βοήθησε να τερματίσει 4η στο Κύπελλο Ασίας στο Κατάρ.

Ωστόσο, το 2002, όταν η Εθνική Κίνας έκανε την πρώτη και τελευταία έως σήμερα παρουσία της στην τελική φάση του Μουντιάλ στα γήπεδα της Νοτίου Κορέας και της Ιαπωνίας, το τεχνικό τιμ της ομάδας δεν είχε μία θέση στην αποστολή της για τον Ξίε Γιουχίν, παρότι αυτός ήταν μόλις 33 ετών, πολύπειρος και βρισκόταν ακόμα στην ενεργό δράση.

Αφού αποσύρθηκε ως ποδοσφαιριστής, ο Ξίε Γιουχίν έγινε προπονητής και μέχρι σήμερα συνεχίζει να προσφέρει στο ποδόσφαιρο με αυτήν την ιδιότητα. Ο γιος του, Ξίε Γουέιτζουν, γεννήθηκε το 1997, ακολούθησε τα βήματά του κι έγινε κι εκείνος ποδοσφαιριστής αλλά επιθετικός – όλη του την έως τώρα καριέρα την έχει περάσει στην Τιαντζίν Τέντα.



Τζάστις Κρίστοφερ (1981-2022) by stokegeo
04/09/2022, 06:00
Filed under: Παίκτες, Παγκόσμιο Κύπελλο

Τον περασμένο Μάρτιο το ποδόσφαιρο της Νιγηρίας βυθίστηκε, συγκλονισμένο, στο πένθος. Ο Τζάστις Κρίστοφερ, παλαίμαχος διεθνής μέσος με συμμετοχή μάλιστα με την Εθνική της αφρικανικής χώρας σε ένα Παγκόσμιο Κύπελλο, έφυγε αναπάντεχα από την ζωή σε ηλικία μόλις σαράντα χρόνων!

Ο εκλιπών κατέρρευσε στο ξενοδοχείο που ο ίδιος είχε υπό την ιδιοκτησία του στην πόλη Γιος, στο κέντρο της Νιγηρίας. Σύμφωνα με πληροφορίες που μετέδωσαν σε Μέσα από την πατρίδα του κοντινοί του άνθρωποι, έδινε επί χρόνια μάχη με την υπέρταση.

Απτόητος, ωστόσο, δεν παρέλειπε να παίζει συχνά ποδόσφαιρο και μάλιστα, όπως λένε οι ίδιες πληροφορίες, μία μέρα πριν χαθεί είχε πάει κανονικά για μπάλα! Γενικότερα, την επαφή του με την επικαιρότητα του αθλήματος που υπηρέτησε δεν την είχε χάσει και μάλιστα πολλές φορές κατέθετε την άποψή του για τα ποδοσφαιρικά τεκταινόμενα σε διάφορα Μέσα.

Ποιος ήταν, λοιπόν, ο αδικοχαμένος Τζάστις Κρίστοφερ; Ένας πάρα πολύ ταλαντούχος και ιδιαίτερα ικανός παίκτης, ο οποίος είχε ένα θαυμάσιο ξεκίνημα στην καριέρα του και βρέθηκε νωρίς νωρίς στο επίκεντρο. Το ίδιο νωρίς, όμως, πέρασε στην ποδοσφαιρική ανυποληψία, καθώς ήταν παράλληλα πάρα πολύ άτυχος αφού τραυματισμοί στο γόνατό του δεν τον άφησαν ποτέ να «απογειωθεί».

Κρέμασε, εξάλλου, τα παπούτσια του το 2007, στα 26 του μόλις χρόνια, ενώ στο διάστημα 2001-2007, όταν βρισκόταν στο πικ της δράσης του, δεν αγωνίστηκε παρά σε… 47 μόλις ματς! Δηλαδή, λάμβανε μέρος σε περίπου οκτώ παιχνίδια ανά σεζόν, αν το πάρουμε ψυχρά στατιστικά.

Ο Τζάστις Κρίστοφερ ήταν αμυντικός μέσος, αλλά μπορούσε να προσφέρει και στην άμυνα και ως επιθετικός χαφ. Γρήγορος, δυναμικός και με εξαιρετική αντίληψη και αντοχές, αναδείχθηκε από την Αμέιζινγκ Ιντερνάσιοναλ της Νιγηρίας. Έπαιξε και στις Κατσίνα Γιουνάιτεντ, Μπεντέλ Ινσούρανς και Σαρκς της πατρίδας του, προτού διαβεί τα σύνορά της το 2001 για να ενταχθεί στην Αντβέρπ όντας ο αρχηγός της Εθνικής Νέων της Νιγηρίας που συμμετείχε στο παναφρικανικό πρωτάθλημα εκείνης της χρονιάς.

Ως παίκτης του βελγικού συλλόγου βρέθηκε στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2002, που φιλοξενήθηκε στα γήπεδα της Νοτίου Κορέας και της Ιαπωνίας! Μάλιστα, δεν συμπλήρωσε απλώς την αποστολή της Νιγηρίας αλλά έλαβε μέρος και στις τρεις αναμετρήσεις που έδωσε εκείνη στους ομίλους της διοργάνωσης, κόντρα σε Αγγλία (ισοπαλία 0-0), Σουηδία (ήττα 1-2) και Αργεντινή (ήττα 0-1). Οι «Σούπερ Αετοί» τερμάτισαν τελευταίοι στο γκρουπ τους και αποκλείστηκαν, όμως οι εμφανίσεις του 21χρονου άσου ήταν πολύ καλές και απαρατήρητες δεν πέρασαν.

Ο Κρίστοφερ με το #15 στην φανέλα μαρκάρει τον Εμίλ Χέσκι της Αγγλίας στο Μουντιάλ του 2002

Το ίδιο καλοκαίρι μετακόμισε στην Βουλγαρία και την Λέφσκι Σόφιας, στην οποία έμεινε ενάμιση χρόνο, οι συμμετοχές του όμως δεν ξεπέρασαν τον αριθμό των δακτύλων του ενός χεριού λόγω των προβλημάτων του στο γόνατο. Δοκίμασε έπειτα την τύχη του στην Τρέλεμποργκ της Σουηδίας, όπου ναι μεν πήρε πιο πολύ χρόνο συμμετοχής (14 εμφανίσεις), όμως δεν κατάφερε και πάλι να στεριώσει.

Ακολούθως, έγινε κάτοικος… Ρωσίας: μεταγράφηκε στην Αλάνια Βλαντικαφκάζ! Επτά παρουσίες, ελάχιστη προσφορά και αποπομπή… Τελευταίος του «σταθμός» ήταν η Χερφόλγκε (Δανίας). Παίζει σε 11 συναντήσεις της και αποτελεί παρελθόν. Ύστερα δοκιμάστηκε από κάποιες ομάδες χωρίς να εξασφαλίσει συμβόλαιο και έπειτα ανακοίνωσε πως αποσύρεται από την ενεργό δράση.

Το 2012, βέβαια, ξαναφόρεσε τα ποδοσφαιρικά του για λογαριασμό της Νασαράβα Γιουνάιτεντ της πατρίδας του, προτού τα ξανακρεμάσει οριστικά λίγο αργότερα.

Πριν βιώσει την αναμφίβολα κορυφαία στιγμή της σταδιοδρομίας του, δηλαδή την συμμετοχή του στο Μουντιάλ του 2002, ο Τζάστις Κρίστοφερ είχε αγωνιστεί και στο Κύπελλο Εθνών Αφρικής του ίδιου έτους, με τους «Σούπερ Αετούς» να καταλαμβάνουν την τρίτη θέση.

Συμπλήρωσε 11 συμμετοχές στην Εθνική Ανδρών της Νιγηρίας. Χρόνια μετά το τέλος της καριέρας του, μιλώντας στην ραδιοφωνική εκπομπή του άλλοτε αμυντικού των Καβάλας, ΠΑΟΚ και ΑΕΚ, Ιφεάνι Ουντέζε (!), ο Κρίστοφερ εξιστόρησε άλλη μία μεγάλη του ατυχία: εξ αιτίας ακριβώς των πολύ λίγων παιχνιδιών του με την Εθνική δεν μπόρεσε να πάρει μεταγραφή σε έναν ονειρεμένο προορισμό τόσων και τόσων ποδοσφαιριστών, την Αγγλία!

Είπε χαρακτηριστικά: «Δεν είχα ποτέ αρκετό αριθμό διεθνών συμμετοχών. Ήμουν στο Βέλγιο όταν πήγα να υπογράψω στην Μάντσεστερ Σίτι, που τότε είχε προπονητή τον Κέβιν Κίγκαν. Βρέθηκα να κάνω προπόνηση με τον Σον Ράιτ-Φίλιπς και τους υπόλοιπους ποδοσφαιριστές της Σίτι. Όλα ήταν έτοιμα, όμως λόγω του ότι δεν είχα συμμετάσχει τουλάχιστον στο 75% των αγώνων της Εθνικής των δύο προηγούμενων ετών (σ.σ. όπως ορίζει ο κανονισμός για τις μετακινήσεις ξένων στο αγγλικό πρωτάθλημα), δεν στάθηκε δυνατό η μεταγραφή να ολοκληρωθεί. Μετά το Παγκόσμιο Κύπελλο πήγα στην Μίντλεσμπρο, αλλά κι εκεί μου είπαν τα ίδια: όχι αρκετές συμμετοχές!»…

Η Νιγηρία παρατάσσεται στο Μουντιάλ του 2002, ο Κρίστοφερ φορά το #15 (δεύτερος από δεξιά στην σειρά των καθήμενων, ο Ιφεάνι Ουντέζε)